You are on page 1of 18

ΟΡΦΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ

By Foibos 100

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΟΡΦΕΑ

Για να καταλάβουμε καλύτερα τα Ορφικά Μυστήρια, θα πρέπει να


γνωρίζουμε την μυθική ιστορία του ιδρυτή τους και ιδρυτή επίσης της
μονοθεϊστικής θρησκείας στην οποία αυτά υπάγονται (Ορφισμό), που
δεν είναι άλλος από τον θρυλικό ήρωα, ημίθεο ή ακόμα και θεό,
λυράρη, κιθαρωδό, εξημερωτή και εκπολιτιστή Ορφέα.

.Γιος του Απόλλωνα ή κατ’ άλλους του βασιλιά της Θράκης Οιάγρου
και την Μούσας Καλλιόπης (Αντιόπης), ο μουσοτραφής Ορφέας
γεννήθηκε σε ένα σπήλαιο της Πιμπλείας, μιας πόλης της Πιερίας στη
Θράκη (όλη τότε η περιοχή, από τον Όλυμπο μέχρι τον Ελλήσποντο,
ονομαζόταν Θράκη) κατά τους χρόνους των Αργοναυτών ή κατά τον
Ευσέβιο 85 χρόνια μετά την άλωση της Τροίας.

Ο Ηρόδοτος τον παρουσιάζει να ταξιδεύει σαν νεαρός στην Αίγυπτο και


να μυείται εκεί στα Αιγυπτιακά μυστήρια. Επ’ αυτού υποστηρίζουν
μερικοί ότι οι διδάσκαλοί του εκεί του έδωσαν το νέο όνομα Άρφα. που
σημαίνει "εκείνος που γιατρεύει με το φως", το οποίο εξελληνίστηκε
στη συνέχεια σε Ορφέας, όπως π.χ. το Αιγυπτιακό Ασάρ έγινε στα
Ελληνικά Όσιρις. Σε αυτήν την άποψη εναντιώνεται ο γνωστός
Ελληνιστής Ι. Πασσάς, υποστηρίζοντας ότι στα «Αργοναυτικά» του
Μουσαίου αναφέρεται ρητά ότι ο Ορφέας δεν διδάχθηκε, αλλά αντίθετα,
«αυτός εξελόχευσε (δίδαξε) τον Ιερό Λόγο». Στη συνέχεια λέγεται ότι
πήγε Κρήτη, όπου διδάχθηκε από τους Ιδαίους Δακτύλους. Μετά
επέστρεψε στη Θράκη, όπου εισήγαγε τα μυστήρια του Βάκχου
(Διονύσου).

Ο πατέρας του, θεός του φωτός και της μουσικής Απόλλωνας, του
χάρισε την επτάχορδη χρυσή λύρα του, που συμβολίζει επίσης τις Επτά
Ακτίνες του και συνδέεται με όλες τις επταδικές μυστηριακές
αντιστοιχίες., καθιστώντας τον έτσι και αυτόν έναν Ηλιακό Λόγο.

Λέγεται ότι με τη βοήθεια των Μουσών, αδελφών της μητέρας του


Καλλιόπης = Καλόν + Έπος (λόγος), απ’ όπου και η λέξη καλλιέπεια,
(η Μούσα της Έμπνευσης, αποκρυφιστικά η Μνήμη και αστρολογικά η
σφαίρα της Σελήνης) έμαθε να χρησιμοποιεί τη λύρα του με τέτοια
τέχνη και επιδεξιότητα που μάγευε με τους αρμονικούς ήχους τους
ανθρώπους, ζώα φυτά, ακόμα και βράχους που κινιόντουσαν ρυθμικά,
χόρευαν ή ακόμα τον ακολουθούσαν καθώς έπαιζε.

Αξιολογώντας τη δύναμη της μουσικής του οι Αργοναύτες τον κάλεσαν


να τους ακολουθήσει στην εκστρατεία του στη μυθική χώρα της
μύησης, την Κολχίδα για την αναζήτηση του Χρυσόμαλλου Δέρατος,
ένα εσωτερικό ισοδύναμο της αναζήτησης της Φιλοσοφικής Λίθου ή
του Μεγάλου Έργου (Magnum Opus) των Αλχημιστών. Πράγματι τους
βοήθησε πολλές φορές με τους μαγευτικούς ήχους της λύρας τους,
όπως π.χ. όταν έφτασαν στη Λήμνο και δεν δελεάστηκαν από τις
οργιαστικές τελετές των κατοίκων της και κράτησαν επίσης ακίνητες
τις επικίνδυνες συμπληγάδες πέτρες, ώστε να περάσει με ασφάλεια η
«Αργώ» ανάμεσά τους. Οι ίδιοι επίσης θελκτικοί ήχοι αποκοίμισαν τον
δράκοντα που φύλαγε το χρυσόμαλλο δέρας, δίνοντας την ευκαιρία
στον Ιάσονα να το κλέψει με ασφάλεια.. Τα «Αργοναυτικά» του
Μουσαίου αναφέρουν ένα πλήθος ιστοριών γύρω από το πρόσωπό
του.

Μετά την επιστροφή του από την αργοναυτική εκστρατεία,


εγκαταστάθηκε σε ένα σπήλαιο της Θράκης και άρχισε να εξημερώνει
και να εκπολιτίζει τους άγριους κατοίκους της περιοχής. Εκεί
συνάντησε μια μέρα την όμορφη δρυάδα νύμφη Ευρυδίκη, την οποία
αμέσως αγάπησε και πήρε για γυναίκα του. Δεν την χάρηκε όμως
πολύ, γιατί αυτή πέθανε πρόωρα από το δάγκωμα ενός δηλητηριώδους
φιδιού που πάτησε στην προσπάθειά της να αποφύγει τον ερωτευμένο
με αυτήν μελισσουργό Αρισταίο που την πλησίαζε. Γεμάτος απέραντη
θλίψη ο Ορφέας τραγουδούσε παντού τον πόνο του, κάνοντας ακόμα
και τις πέτρες να ραγίζουν Τέλος απαρηγόρητος αποφάσισε να κατέβει
στον Άδη για να την ξαναβρεί και να την ξαναφέρει στη ζωή ή να
μείνει εκεί για πάντα μαζί της.

Ο θεός Ερμής τον βοήθησε να κατέβει στον Άδη από το ακρωτήρι


Ταίναρο της Πελοποννήσου. Φτάνοντας στην πύλη του Άδη, που
φρουρούσε ο τρομερός τρικέφαλος σκύλος Κέρβερος, ο Ορφέας
κατάφερε να τον αποκοιμίσει με τους μαγικούς ήχους της λύρας του,
ενώ συγχρόνως ανακούφισε με αυτούς τις βασανισμένες ψυχές των
νεκρών που έτρεξαν κοντά του. Τελικά οι βασιλείς του Άδη Πλούτωνας
και Περσεφόνη λύγισαν από τη θλίψη, τα παρακάλια του και τη θεϊκή
μουσική του και του επέτρεψαν να επιστρέψει στη γη, μαζί με την
αγαπημένη του, αλλά υπό έναν όρο: Να μην κοιτάξει ποτέ, ούτε για
μια στιγμή, πίσω του για να δει την γυναίκα του που τον ακολουθούσε
οδηγημένη από τους ήχους της λύρας του. Δυστυχώς ο Ορφέας δεν
άντεξε τη λαχτάρα να την αντικρίσει και λίγο πριν την επάνοδό τους
στη ζωή, γύρισε να δει αν τον ακολουθούσε.. Αμέσως η Ευρυδίκη
εξαφανίστηκε, αναμειγνυόμενη με τις υπόλοιπες σκιές του Άδη και ο
Ορφέας αναγκάστηκε να επιστρέψει περίλυπος μόνος στον πάνω
κόσμο. Εκεί έκλαιγε και θρηνούσε συνεχώς για την ανοησία του,
τραγουδώντας περίλυπος στα δάση για το τον χαμό της. Πολλές
νύμφες του δάσους και προκλητικές γυναίκες της Θράκης ζήτησαν
τότε την συντροφιά του, αλλά τις απέφευγε όλες, μη δεχόμενος καμιά
στη θέση της αγαπημένης του.

Οι γυναίκες έξαλλες από την περιφρόνησή του προς αυτές,


ξεσηκώθηκαν τότε εναντίον του και επέπεσαν μια μέρα λυσσασμένες
πάνω του και τον κατακρεούργησαν. Οι Μούσες μάζεψαν κλαίγοντας
τα μέλη του και τα έθαψαν στα Λείβηθρα, στους πρόποδες του
Ολύμπου, νότια του Δίου, στο φαράγγι που χωρίζει τον Όλυμπο στα
δύο, σε ένα μέρος, όπως λέγεται, ασύγκριτης μορφιάς όπου «τ'
αηδόνια κελαηδούν πιο γλυκά και πιο δυνατά από οπουδήποτε αλλού»
και όπου Μούσες «ετέρποντο πλατάνοισι και μυδατίοισι». Εκεί λέγεται
ο Ορφέας είχε ιδρύσει ένα τελεστήριο μυστηρίων και είχε διδάξει την
οργιαστική λατρεία του Διονύσου. Αργότερα, μετά τον τραγικό του
θάνατο, λατρεύτηκε σε αυτό το μέρος. Στην αρχή ο τάφος του ήταν
ένα ηρώο και αργότερα έγινε ένα ιερό όπου στήθηκε το κυπαρισσένιο
του άγαλμα. Κάποτε όμως ο ορμητικός χείμαρρος του Ολύμπου Συς
έπνιξε το τόπο με τα νερά του και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να
μεταφέρουν αργότερα τον τάφο του σε ένα άλλο φαράγγι, 4
χιλιόμετρα δυτικά του Δίου, εκεί που οι γυναίκες των Πιέρων, στις
οποίες δεν επιτρεπόταν να πάρουν μέρος στα ορφικά μυστήρια, τον
είχαν σκοτώσει μαινόμενες.

Οι φόνισσες εν τω μεταξύ είχαν καρφώσει το κεφάλι του στη λύρα του


και το είχαν ρίξει στον Έβρο. Αυτό κυλούσε με τα νερά του ποταμού
προς τη θάλασσα συνεχίζοντας να παίζει και να τραγουδά. Τελικά
ξεβράστηκε στη Λέσβο όπου οι κάτοικοι το πήραν και το έβαλαν σε μια
σπηλιά του Διονύσου, όπου αυτό συνέχισε να τραγουδάει και άρχισε
επίσης να χρησμοδοτεί. Από τότε οι μαντείες με ομιλούσες κεφαλές
συνδέθηκαν με τα Ορφικά Μυστήρια. Αργότερα ο Απόλλωνας,
βλέποντας να παραμελούνται τα δικά του μαντεία, επέβαλε στο κεφάλι
του Ορφέα τη σιωπή, οπότε αυτό σταμάτησε να χρησμοδοτεί.. Τη λύρα
του οι κάτοικοι της Λέσβου την φύλαξαν στο ναό του Απόλλωνα.
Αργότερα, μετά από παράκληση των Μουσών, την πήρε από εκεί ο
Δίας και την έκανε αστερισμό στον ουρανό.

Άλλοι μύθοι αναφέρουν ότι μετά την επάνοδό του από τον Άδη ο
Ορφέας δεν λάτρευε και δεν τιμούσε το Διόνυσο, προτιμώντας μόνο
τον Απόλλωνα, τον οποίο και κήρυσσε σαν τον μεγαλύτερο απ’ όλους
τους θεούς. Ο Διόνυσος τότε εξοργίστηκε κι έστειλε εναντίον τους τις
μαινάδες στο Δίον της Μακεδονίας, όπου υπηρετούσε σαν ιερέας του
Απόλλωνα, οι οποίες τον κατακρεούργησαν. Άλλες πάλι παραδόσεις
λένε ότι πέθανε στο Παγγαίο ή στον Όλυμπο ή στον Αίμο από την
υπέρμετρη λύπη του για την νέα απώλεια της συζύγου του ή ότι
κεραυνοβολήθηκε από τον Δία διότι αποκάλυψε στους ανθρώπους
θεϊκά μυστικά, στα οποία μυήθηκε κατά την επίσκεψή του στον Κάτω
Κόσμο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η γνωστή αλληγορική εικόνα του «καλού


ποιμένος», σύμφωνα με πολλούς αρχαιολόγους δεν αντιπροσωπεύει
μόνο τον Χριστό αλλά και τον Ορφέα, μεταξύ των οποίων άλλωστε
υπάρχουν αρκετές ομοιότητες τις οποίες έχουν παρατηρήσει ακόμα και
οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς με πρώτον τον Κλήμεντα της
Αλεξανδρείας. Και οι δυο είναι μυσταγωγοί, και οι δυο κατέβηκαν στο
Άδη και ξαναγύρισαν στη ζωή, και οι δυο θυσιάζονται και τέλος και οι
δυο είναι οι δημιουργοί μιας μονοθεϊστικής θρησκείας. Σε πολλά
Χριστιανικά κοιμητήρια απεικονίζεται πολλές φορές ο Ορφέας
καθισμένος πάνω σε ένα βράχο, μερικές φορές με χλαμύδα και
σκούφο Φρυγικό, να κρούει τη λύρα του μέσα σε ένα βουκολικό τοπίο,
περιβαλλόμενος από άγρια ζώα που ακούνε εξημερωμένα τη μελωδία
του.

Αξίζει επίσης να σημειώσουμε τις μεγάλες ομοιότητες μεταξύ του


Ορφέα και του Αιγυπτιακού θεού Όσιρη, ο οποίος επίσης
δολοφονήθηκε και διαμελίστηκε (από τον αδερφό του Σεθ) και η
αδελφή (και γυναίκα) του Ίσιδα περιμάζεψε και έθαψε τα κομμάτια
του ή, κατά μια άλλη εκδοχή, τα επανένωσε και επανέφερε τον Όσιρη
στη ζωή. Και ο Ορφέας και ο Όσιρις λοιπόν κρατούν τα μυστικά του
κάτω κόσμου.

Ο Ορφέας, όπως είδαμε, συνδέεται στενά με τον Απόλλωνα,


αποδεικνύοντας έτσι τον ηλιακό και Απολλώνιο βασικά χαρακτήρα του,
ο οποίος άλλωστε επισημαίνεται και από τις ομοιότητές του με το
Χριστό και τον Όσιρη - ηλιακούς θεούς και αυτούς. Η κάθοδός του
στον Άδη δείχνει το μυστηριακό κι απελευθερωτικό χαρακτήρα της
θρησκείας του, την κυριαρχία πάνω στο θάνατο. Η δύναμη που είχε το
παίξιμο της λύρας του δείχνει τη μεγάλη δύναμη που έχει η μουσική
και πώς αυτή μπορεί να επηρεάσει όλα τα όντα, ακόμα και την άβια
ύλη, μέσω των «συμπαθητικών» προς αυτήν κραδασμών. Παρόλη την
Απολλώνια όμως εσωτερική φύση του, εξωτερικά φαίνεται να
αμφιταλαντεύεται συνεχώς μεταξύ του Απόλλωνα και του Διονύσου,
προσπαθώντας απεγνωσμένα να εξισορροπήσει ανάμεσα στους δυο.
Έτσι τον βλέπουμε στους διάφορους μύθους άλλοτε σαν ιερέα του
Απόλλωνα και άλλοτε σαν ιερέα του Διόνυσου και να προωθεί μάλιστα
και να καθιερώνει τη λατρείας του τελευταίου, αν και αυτός, σύμφωνα
με το μύθο, προκάλεσε τον τραγικό του θάνατο στέλνοντας τις
μαινάδες εναντίον του Όλες αυτές οι αντιφατικές διηγήσεις δείχνουν
την τιτάνια προσπάθεια που καταβάλλει να εξισορροπήσει το
Απολλώνιο και το Διονυσιακό στοιχείο μέσα του, το Βούδα και τον
Ζορμπά, όπως θα έλεγε ο Όσσο. Τα Μυστήριά του, όπως συνήθως
αναλύονται από τους ερευνητές, παρουσιάζονται όπως θα δούμε
παρακάτω σαν απολυτρωτικά από τα «δεσμά της ύλης και της
ανάγκης», αλλά κατά την άποψή μας δεν είναι μόνον αυτό. Ο Ορφέας
δεν καλείται μόνο να ξεπεράσει την ύλη και τον γήινο έρωτα, όπως
αφήνει να εννοηθεί ίσως ο μύθος της Ευρυδίκης, δεν τίθεται να
εναντιωθεί και να αποκοπεί μια και δια παντός από το οργιαστικό και
το ενστικτώδες, από τις χαρές και ηδονές ενός γήινου, σαρκικού
Διονύσου, για χάρη ενός «Ουράνιου» και «Πνευματικού» Διονύσου
που βασικά ταυτίζεται με έναν υπερβατικό Απόλλωνα, αλλά να
ανακαλύψει την ισορροπία μεταξύ πνεύματος και ύλης, χωρίς να
αρνηθεί κανένα από τα δυο. Δεν είναι να μάθει να διαφεύγει από το
κόσμο, αρνούμενος τις κατώτερες ηδονές για χάρη των ανώτερων
ηδονών, αλλά να απολαύσει και τις δυο ισορροπημένα εδώ και τώρα,
σε αυτόν εδώ το κόσμο και όχι σε κάποιο υπερβατικό και ουράνιο.
Διαφορετικά ποτέ δε απελευθερωθεί πραγματικά, απλά θα καταπιέσει
τη γήινη φύση του επιβάλλοντάς της να ξεχάσει την μεγάλη ανάγκη
του και για μια γήινη αγάπη, η απώλεια και η στέρηση της οποίας του
προξένησαν τόσες λύπες και προκάλεσαν μάλιστα το θάνατό του. Ο
Ορφέας μπορείςστους εξωτερικούς μύθους να απέτυχε να φέρει στον
επάνω κόσμο την αγαπημένη του και να χαρεί τον έρωτά του μαζί της.
Με τα Μυστήριά του όμως πιστεύουμε ότι τελικά θα το κατορθώσει και
θα μπορέσουν έτσι να επιστρέψουν και οι δυο χαρούμενοι στη ζωή
ενάντια στους νόμους της Ανάγκης. Τα Μυστήριά του δεν είναι για να
βρει την αγαπημένη του στο θάνατο και να ενωθεί μαζί της, σκιά με
σκιά σε ένα θλιβερό, «ατερπή και ευρώεντα» Άδη ή σε κάποια,
οποιαδήποτε άλλη ζωή σε ένα «πεδίο μακάρων», αλλά σε τούτη εδώ
τη ζωή σε ένα γήινο και βαθύ έρωτα σάρκα με σάρκα και πνεύμα με
πνεύμα.

Μπορεί η καταλυτική επίδραση των ανατολικών, δουλοπρεπών,


αναχωρητικών και απαρνητικών για τη φυσική ζωή διδασκαλιών να
μπόλιασε με αρκετή ευτέλεια το προηγούμενα ελεύθερο και
ανεξάρτητο Ελληνικό πνεύμα που έβλεπε πάντα με θετικότητα και
αισιοδοξία τη φυσική ζωή και όχι σαν ένα μίασμα που έπρεπε να
ξεπεράσει για να ενωθεί με κάποιον υποτιθέμενο υπερβατικό «Κύριο»
ή κάποια «ανώτερη», «πνευματική» κατάσταση, δήθεν για να
«απελευθερωθεί», αλλά δεν πιστεύουμε με τίποτα ότι εξανδραπόδισε
πλήρως τη σκέψη του και την ψυχοσύνθεσή του. Έτσι εάν ο
Ορφισμός, όπως θα δούμε, φαίνεται πολύ μα πολύ Χριστιανικός και
Ανατολίτικος, θα θέλαμε να πιστεύουμε ότι αυτή ήταν η πρώτη, αρχική
μορφή του με την οποία ήλθε στη χώρα μας με ευνουχιστικές ίσως
διαθέσεις για τη ζωή. Στη συνέχεια όμως αλληλεπιδρώντας με το
Ελληνικό πνεύμα δεν μπορεί να παρέμεινε έτσι και το δείχνει αυτό η
μεγάλη αντίδραση του «λαϊκού» Διονύσου σε οποιαδήποτε προσπάθεια
καταπίεσης και περιορισμού της οργιαστικής λατρείας του. Ο Πενθέας
την πλήρωσε, ο Ορφέας την πλήρωσε και πολλοί άλλοι μετά από
αυτόν συνεχίζουν ακόμα να την πληρώνουν . Ο Ορφέας δεν μπορεί να
καταπολεμήσει το Διόνυσο οχυρωμένος πίσω από τις πλάτες και τη
λύρα του Απόλλωνα – Ηλίου. Εκτός από τον Ήλιο, τον «Λόγο» ή το
Πνεύμα», υπάρχει και Σελήνη, η Εκάτη, οι στοιχειακές δυνάμεις της
φύσης, η Ύλη και ουδέποτε μπορεί αυτή να εξοβελιστεί δια παντός από
τη δημιουργία, διότι η εξαφάνιση του ενός πόλου συμπαρασύρει πάντα
στο θάνατο και τον άλλο – είναι και οι δυο αλληλένδετοι και
αλληλεξαρτημένοι, απλά συνυπάρχουν! Και το μόνο που μπορούμε
τελικά να κάνουμε είναι να τους βοηθήσουμε να συνυπάρχουν
ισορροπημένα και αρμονικά, έτσι ώστε να μην υπάρχει μια αντίδραση
για τη ζωή και μια καταφυγή στο ναρκωτικό του πνεύματος, αλλά μια
φυσική, άδολη και μη ενοχική απόλαυσή της. Με άλλα λόγια πρέπει
απλά ο Απόλλωνας να κατέβει λίγο από τα ύψη του και να ανέβει
αντίστοιχα ο Διόνυσος – όχι όμως και να θυσιαστεί ο ένας έναντι του
άλλου! Αυτό ακριβώς λέει το Ελληνικό πνεύμα και γι’ αυτό και μόνο
αξίζει να αγωνίζεται αρνούμενο την ακραία πνευματικότητα, όπως και
την ακραία υλικότητα.

Έτσι νομίζουμε πως πρέπει να υπήρχε, παράλληλα με την Ανατολική


έκδοση του Ορφισμού, που συνήθως μαθαίνουμε, και μια Δυτική του
μορφή όπου τα Μυστήρια αποσκοπούσαν στην ισορροπία ακριβώς
αυτή του Απολλώνιου και του Διονυσιακού στοιχείου μέσα μας. Στην
κάθοδο του «Πνεύματος» και στην «Άνοδο» της «Ύλης», μέχρι να
βρουν ένα κοινό παρανομαστή κι ένα σημείο ισορροπίας, γιατί
νομίζουμε τελικά η Ευρυδίκη δεν είναι τίποτε άλλο από το Διόνυσο!
Και αυτή η μεγάλη αποκάλυψη θα έπρεπε να ήταν το περιεχόμενο της
Δυτικής μορφής Ορφικής Μύησης.

Η λατρεία του Ορφέα ήταν διαδεδομένη στη Θράκη, τη Μικρά Ασία, τη


Μακεδονία, την Κάτω Ιταλία και την κυρίως Ελλάδα, ιδιαίτερα στην
Αττική.
Ορφικοί και Ορφικά Μυστήρια

Ο Ορφέας υπήρξε, όπως είπαμε, ο ιδρυτής μιας μονοθεϊστικής


θρησκείας, του Ορφισμού, καθώς επίσης των Ορφικών Μυστηρίων που
υπάγονται σε αυτήν και τα οποία ετελούντο από το θίασο των οπαδών
του, των λεγόμενων «Ορφιστών» ή «Ορφικών». Ο Ορφισμός είναι ένα
σύνολο από διδασκαλίες, δόγματα, φιλοσοφικές αρχές και διάφορες
μυστηριακές τελετές Κέντρο του είναι ο θεός Διόνυσος, ο γιος του Δία
και της θεάς του Κάτω Κόσμου Περσεφόνης, ο οποίος λατρεύεται με
ενθουσιαστικά όργια και επιδιώκεται η μυστικιστική ή ένωση μαζί του
μέσω της έκστασης. Η διδασκαλία του Ορφισμού προήλθε από την
επαφή της θρακοφρυγικής λατρείας του Διονύσου με τα Ελληνικά
θρησκευτικά στοιχεία και είχε καθαρά κοσμολογικό, εσχατολογικό και
απολυτρωτικό περιεχόμενο. Οι μύστες του ονομάζονταν Ορφοτελεστές
και εξασκούσαν τη μαντική και τη θεραπευτική.

ΟΡΦΙΚΟΙ ΥΜΝΟΙ

Ένα άλλο μέρος της Ορφικής λατρείας και φιλοσοφίας είναι και οι
Ορφικοί Ύμνοι, οι οποίοι ψέλνονταν κατά τις τελετές των Μυστηρίων
και εξυμνούσαν διάφορες θεότητες δίνοντας συγχρόνως ένα πλήθος
στοιχείων για την Ορφική Κοσμολογία. Είναι πανάρχαιοι, όπως
αποδεικνύεται και από τις αστρονομικές μελέτες του ονομαστού Έλληνα
αστρονόμου Κ. Κασάπη, ο οποίος στηριζόμενος στον Ορφικό Ύμνο του
Απόλλωνος, όπου γίνεται λόγος για την ισότητα των εποχών χειμώνος
και καλοκαιριού («μίξας χειμώνος Θερεός τ' ίσον αμφοτέροισιν», α-
πέδειξε ότι αυτό θα μπορούσε να είχε συμβεί μόνο το 1.366 π.Χ. ή το
11.835 π.Χ., απορρίπτοντας σαν πολύ παλαιά τη δεύτερη ημερομηνία
και αποδεχόμενος για εύλογες αιτίες μόνο την πρώτη. Αντίθετα , ο Ι.
Πασσάς επιχειρηματολογώντας ότι η εποχή που γράφτηκαν οι Ορφικοί
Ύμνοι θα πρέπει να είναι πολύ νεότεροι από τις αστρονομικές
παρατηρήσεις των παλαιότερων ανθρώπων, δεν δίστασε να δεχθεί σαν
ορθή τη δεύτερη ημερομηνία σαν πιθανή «χρονολογία διατυπώσεως των
Ορφικών Ύμνων, σαν πιθανή αφετηρία των αστρονομικών παρατηρήσεων
των αρχαιοελλήνων» επισημαίνοντας συγχρόνως τα όσα ελέχθησαν στον
Σόλωνα από τον Αιγύπτιο ιερέα της Ίσιδας, που αναφέρει ο Πλάτωνας
στον Τίμαιο, για την μεγάλη αρχαιότητα των Ελλήνων, ότι δηλαδή αυτοί
ήσαν παλαιότεροι των Αιγυπτίων κατά 9.000 χρόνια! Από την άλλη
μεριά, αν οι Ύμνοι είχαν γραφτεί το 1183, όπως αναφέρει ο Κασάπης,
τότε θα πρέπει να γράφτηκαν πριν τον Τρωικό πόλεμο, «γεγονός φυσικά
απαράδεκτο, αφού όλα τα αρχαία κείμενα αναφέρουν ότι ο Ορφέας έλαβε
μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία, η οποία έγινε πολύ πριν τον Τρωικό
Πόλεμο. Και αν όμ ω ς αποδεχθούμε ακόμη την ημερομηνία ότι ο Τρωικός
πόλεμος έγινε το 1183 π.Χ., είναι αδύνατο να δεχθούμε ότι σι Ορφικοί
Ύμνοι είχαν γραφτεί πριν από 180 μόλις χρόνια, δηλαδή το 1366 π.Χ. και ότι
πριν από 180 μόνο χρόνια είχε γίνει η Αργοναυτική εκστρατεία κι επομένως
ότι τότε υπήρξε ο Ορφέας. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, πρέπει να
παραδεχτούμε προς τιμή τον Κασάπη, ότι οι Ύμνοι γράφηκαν πολύ
παλαιότερα, σύμφωνα και με τις άλλες αναφερόμενες διατυπώσεις, που
έχει κάνει ο ίδιας στην έρευνά τον, ενώ οι Ορφικοί, οι Προορφικοί, οι
Αρχαιοέλληνες, είχαν αρχίσει τις αστρονομικές τους παρατηρήσεις σε μια
πολύ παλαιότερη εποχή, διότι προφανώς θα χρειάστηκαν παρατηρήσεις
χιλιετηρίδων για να συγκεντρώσουν τις γνώσεις που γνωρίζουμε και τις
οποίες μας κληροδότησαν».

Η ΟΡΦΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑ

Στον Ορφέα ειδικά αποδιδόταν και μία κοσμογονική και θεογονική


διδασκαλία, σχετική με την αθανασία της ψυχής και τη μετεμψύχωση.
Αρκετά από τα έργα που του αποδίδονταν είχαν συνταχτεί μάλλον
κατά τον 6ο αιώνα π.Χ., από τον Ονομάκριτο και τον Πυθαγόρα. Με
αυτά τα έργα οι Ορφικοί πρόβαλλαν αξιώσεις στο ιερό της Ελευσίνας
και συνέδεαν τις απόψεις τους με τα βακχικά μυστήρια και με εκείνα
των Λαβυαδών και των Καβείρων.

Ο Ορφέας είναι γνωστός σαν ο συγγραφέας των «Ιερών Λόγων», της


Ορφικής δηλαδή διδασκαλίας που αναφέρεται στη Δημιουργία του
κόσμου. Η θεολογία του επηρέασε τόσο τον Πυθαγόρα όσο και τον
Πλάτωνα, ο οποίος τον ονομάζει μάλιστα στα γραπτά του «Θεολόγο».
Βασικά υπάρχουν πέντε τουλάχιστον παραλλαγές της Ορφικής
Θεογονίας: του Ευδήμου, των Ιερώνυμου και Ελλανίκου, η Ραψωδική
Θεογονία, του Απολλώνιου του Ρόδιου και του Αλέξανδρου τον Αφροδι-
σιέα. Παρ’ όλες τις μερικές διαφορές τους, το κεντρικό σημείο τους είναι
η πρωταρχική ενότητα όλων των πραγμάτων και η τελική τους
επιστροφή στην αρχικής τους πηγή.

Αρχικά από το άφατο Ένα απέρρευσε μια πρωταρχική πλαστική ουσία,


από την οποία διαχωρίστηκαν αργότερα το Υγρό στοιχείο και η Στερεά
ύλη. Από αυτήν τη διάσπαση του πρωταρχικού Ενός αναπήδησε επίσης
ένα τέρας, ο Χρόνος, τον οποίο συνόδευσε η Ανάγκη. Από τον
πανδαμάτορα Χρόνο, γεννήθηκε στη συνέχεια ο Αιθέρας και η
Άβυσσος. Ο Χρόνος έφτιαξε τότε και εναπόθεσε πάνω στον Αιθέρα για
επώαση ένα Αυγό, το περίφημο «Αργυρούν Κοσμικόν Ωόν», το οποίο
διέγραψε στη συνέχεια ένα μεγάλο κύκλο.

Από τη σχάση αυτού του Κοσμικού Αυγού γεννήθηκε απ’ ευθείας ο


Φάνης (από το φαίνω = φως), ο πρώτος θεός, ο πρώτος δημιουργός
και βασιλιάς του Σύμπαντος, ο οποίος έθεσε σε αυτό τάξη. Ήταν έτσι ο
Πρωτόγονος (αυτός που γεννήθηκε πρώτος) και Ανδρόγυνος. Από το
Κοσμικό Αυγό προήλθαν επίσης ο Έρωτας και ο Μήτις (ο θεός της
σοφίας και της φρόνησης).

Η τριάδα αυτή (Φάνης, Έρωτας, Μήτις) αποτελούσε για τους Ορφικούς


τον Ηρικεπαίο, ο οποίος συνδύαζε γι' αυτούς τη ζωή, το φως και τη
φρόνηση. Ο Φάνης, που ένα ορφικό απόσπασμα τον ονομάζει «Μέγα
Ήλιο», ήταν αυτός που είχε «τις ιδέες όλων των όντων», ο ήλιος
δηλαδή που έφερε το φως της γνώσης, τον οποίο όταν καταβρόχθισε ο
Δίας, γέμισε από ιδέες, οι οποίες, σύμφωνα με τους Ορφικούς Ύμνους,
υπήρχαν προηγουμένως αδρανείς και αδιαμόρφωτες μέσα στον
πρωτογεννημένο Φάνη.. Τις ιδέες αυτές και άλλες μορφές και ιδιότητες
του Φάνη απορρόφησε ο Δίας και τις χρησιμοποίησε κατά κάποιο τρόπο
σα δικές του για να μπορέσει να δημιουργήσει τον κόσμο. Η αδρανής
έτσι πρωταρχική ύλη του Φάνη δραστηριοποιείται με την επίδραση του
θεού- πνεύματος Δία και αρχίζει μέσω αυτού η Δημιουργία.

Ο Πρόκλος αναφέρει στην πραγματεία του για τον «Τίμαιο» του


Πλάτωνα τα εξής για το Δία:

Ο Δίας είναι ο Πρώτος, ο Δίας είναι ο τελευταίος άρχοντας των


κεραυνών. Ο Δίας είναι η κεφαλή (κορυφή), ο Δίας είναι το
μέσο, από το Δία δημιουργήθηκαν τα πάντα. Ο Δίας γεννήθηκε
αρσενικός, ο Δίας υπήρξε η αθάνατη νύμφη, ο Δίας είναι ο
πυθμένας (το στήριγμα) της γης και του ουρανού, του γεμάτου
από τ’ άστρα. Ο Δίας είναι η πνοή των ανέμων, ο Δίας είναι η
ορμή της ακαταπόνητης φωτιάς, ο Δίας είναι το θεμέλιο του
πόντου, ο Δίας είναι ο Ήλιος και η Σελήνη. Η φωτιά δηλαδή και
το νερό και η γη και ο αιθέρας και η νύχτα και η μέρα και ο
Μήτις, ο πρώτος πρόγονος και ο Έρωτας που δίνει πολλές
τέρψεις γιατί όλα αυτά είναι τοποθετημένα μέσα στο μεγάλο
σώμα του Δία.

Βλέπουμε έτσι το Δία να ταυτίζεται με το Φάνη ή Διόνυσο ή Ήλιο, αφού


όπως λέει ένα Ορφικό απόσπασμα «ο Ορφέας δείχνει ότι ο Διόνυσος
και ο Ήλιος είναι ένας και ο αυτός θεός». Τα Ορφικά κείμενα δείχνουν
ότι ο Διόνυσος είναι μια επανεμφάνιση του Φάνη, του αρχικού
δημιουργού και πρώτου άρχοντα του Σύμπαντος.. Επειδή ο Φάνης
συμβολίζει τη λάμψη του αρχικού φωτός από το οποίο εμφανίσθηκε το
σύμπαν, ταυτίσθηκε με τον Ήλιο και ο Διόνυσος Θεωρήθηκε έτσι σαν
ένας ηλιακός θεός. Ο Διόνυσος-Φάνης ονομάζεται στα Ορφικά κείμενα,
εκτός από Πρωτόγονος, διφυής (δηλ. ανδρόγυνος), άρρητος,
κρύφιος, δίμορφος (ουράνιος & γήινος), δικέρωτος (με δύο κέρατα
χρυσά και ταύρινα που είναι η ανατολή και η δύση του ήλιου),
ωογενής (γιατί γεννήθηκε από το κοσμικό αυγό), ταυρωπός (με όψη
ταύρου), πολύμητις (πολύβουλος), πολύσπορος (γόνιμος), κ.α.

Από τον Ανδρόγυνο Φάνητα και μόνον, χωρίς την σύμπραξη κανενός,
θα γεννηθούν στη συνέχεια όλοι οι άλλοι θεοί. Αυτός γέννησε στην
αρχή τη Νύχτα και αυτή με τη σειρά της τον Ουρανό και τη Γη. Η Γη
τώρα γέννησε επτά γιους (Κοίο, Κρίο, Φόρκυ, Κρόνο, Ωκεανό,
Υπερίωνα και Ιαπετό) και επτά κόρες (Θέμιδα, Τήθυ, Μνημοσύνη, Θεία,
Διώνη, Φοίβη και Ρέα. Ακολουθεί η γνωστή Ελληνική μυθολογία με την
βασιλεία του Κρόνου, μετά τον Ουρανό, και του Δία μετά τον Κρόνο.

Ο Δίας παρουσιάζεται να καταπίνει το Φάνη και να κρατάει στην κοιλιά


του όλη τη δημιουργία που είχε προέλθει από αυτόν. Απορώντας τότε
πώς μπορεί να έχει όλα αυτά τα πράγματα μέσα του σαν Ένα και
ξεχωριστά, ζήτησε τη συμβουλή της Νύχτας, η οποία του υπέδειξε να
περιβάλει όλα τα πράγματα με τον Αιθέρα και να βάλλει στο κέντρο του
τον Ουρανό και στο κέντρο αυτού όλους τους αστερισμούς και στο
κέντρο τους τη γη και στο κέντρο της γης τη θάλασσα. Έτσι ακριβώς
έκανε ο Δίας, ταξινομώντας τον κόσμο σε πέντε ομόκεντρες σφαίρες
(που εκφράζουν τα πέντε στοιχεία Αιθέρα, Αέρα, Φωτιά, Γη, Νερό) και
μετά αναπαύθηκε.
Ακολουθούν γνωστά μυθολογικά στοιχεία και από την Ησιόδεια
μυθολογία και τελικά ο Δίας ερωτεύεται την Κόρη-Περσεφόνη και
γεννά με αυτήν στη Κρήτη τον Διόνυσο. Ενθουσιάστηκε μάλιστα
τόσο πολύ με αυτόν, που αποφάσισε να τον ανεβάσει στο θρόνο του
για να κυβερνάει στο εξής αυτός τους θεούς. Αυτό εξόργισε φυσικά
την Ήρα, η οποία ζήτησε από τους καταχωνιασμένους στα τάρταρα
από το καιρό της Τιτανομαχίας Τιτάνες να σκοτώσουν το θείο
βρέφος. Πράγματι αυτοί, πασπαλισμένοι με γύψο στα πρόσωπά τους
για να μην αναγνωριστούν, πλησίασαν το μικρό παιδί και αφού του
απέσπασαν τη προσοχή με ένα καθρέφτη και άλλα παιχνίδια,
κατάφεραν να το σκοτώσουν, διαμελίζοντας στη συνέχεια το σώμα
του σε επτά κομμάτια.

Ορισμένα από τα μέλη του μικρού παιδιού τα μάζεψε ο Απόλλωνας


και τα μετέφερε στον Ομφαλό των Δελφών. Τελικά μόνον η καρδιά
του Διόνυσου σώθηκε, που την πήγε η Αθηνά στο Δία, ο οποίος
μπόρεσε έτσι να τον αναστήσει με τη βοήθεια της Σεμέλης. Επειδή ο
Διόνυσος συμμετείχε και στη πρώτη φάση της δημιουργίας του
κόσμου (σα Φάνης), αποκαλείται συχνά τρεις φορές γεννημένος: ο
Διόνυσος-Φάνης, ο Διόνυσος Ζαγρεύς, που διαμελίστηκε από τους
Τιτάνες, και ο αναστημένος Διόνυσος, ο γιος της Σεμέλης.

Το μεγαλύτερο όμως και ειδεχθέστερο έγκλημα των Τιτάνων


συντελέστηκε μετά, πάλι με υπόδειξη της Ήρας, όταν αυτοί έφαγαν
ωμές τις σάρκες του φονευθέντος νηπίου.

Όταν ο Δίας το αντελήφθη αυτό, κατέκαψε αμέσως τους Τιτάνες με


τους κεραυνούς τους, και από τις καμένες σάρκες τους λέγεται
γεννήθηκε, ακριβώς τότε, το γένος των ανθρώπων, το οποίο
διατηρεί έτσι ένα θεϊκό-Διονυσιακό και ένα γήινο-Τιτανικό στοιχείο
μέσα του.

Ο άνθρωπος έτσι είναι ένας πεσμένος ή εν δυνάμει θεός, ο οποίος,


αν θέλει να επιστρέψει στα Ολύμπια δώματα, θα πρέπει να
καθυποτάξει το τιτανικό στοιχείο μέσα του: το “εν ημίν άλογον,
άτακτον και βίαιον”, όπως το καθορίζει ο Πλούταρχος. Θα πρέπει να
καθαρθεί απ’ αυτό και να τερματίσει έτσι μια και για πάντα την
εξορία του και τη περιπλάνησή του, όπως θα έλεγε ο Εμπεδοκλής.
Για να το επιτύχει όμως αυτό, χρειάζεται να περάσει από μια
κοπιαστική και μυστηριακή διαδικασία. Ο εσωτερικός του όμως θεός,
ο θείος Διόνυσος, θα τον βοηθήσει να επιτύχει αυτό το μεγάλο
επίτευγμα, ν’ απαλλαγεί μια και για πάντα από τη τιτανική, θνητή
φύση του και τα δεσμά του. Γι’ αυτό και ο Διόνυσος ονομάζεται
Λύσιος («Απελευθερωτής» ή “Λυτρωτής”). Με τη θυσία του έγινε ο
πραγματικός Σωτήρας και απελευθερωτής των ανθρώπων, αλλά θα
πρέπει οι ίδιοι να εργαστούν για να διασπάσουν το φαύλο κύκλο των
διαδοχικών γεννήσεων και θανάτων. Πρέπει έτσι να προετοιμαστούν
για το θάνατο και τα όσα συμβαίνουν σε αυτόν μέσω των Ορφικών
Μυστηρίων.
Ο Πρόκλος αναφέρει ότι κατά τη βασιλεία του Φάνη υπήρξε το Χρυσό
Γένος, σε αντίθεση με το τρίτο γένος, το Τιτανικό, που εμφανίστηκε
όταν ήταν βασιλιάς ο Δίας και αντιπροσωπεύει την κυριαρχία της
πολλαπλότητας και της σύγχυσης, τις οποίες βασικά συμβολίζει ο
διαμελισμός του Διονύσου. Η Ελληνική τώρα σκέψη, επηρεασμένη από
την κυκλική ροή των πραγμάτων, είδε μια μελλοντική επιστροφή στην
αρχή, όπου ο Φάνης θα βασίλευε πάλι μετά τον Δία. Τότε ο κόσμος όχι
μόνο θα ξανάβρισκε το Ένα που είχε διασπαστεί στα πολλά, αλλά Θα
ξαναρχόταν επίσης στη Χρυσή Εποχή. Αυτό ακριβώς το παιδί «παρότι
μικρό και νήπιο ακόμα» έλαβε τον κλήρο από το Δία και θα συμβάλει
στην ανανέωση του κόσμου.

Υπάρχει πάντως το ερώτημα αν ο Διόνυσος βασιλεύει ήδη μαζί με το Δία


ή αν θα τον διαδεχθεί και αντικαταστήσει αργότερα, όταν θα έχει
πραγματοποιηθεί τελικά η ανανέωση του Αιώνα. Αν η διαδοχή αυτή θα
συνέβαινε στο μελλοντικό Αιώνα (όπως και πρέπει να είναι), τότε η
ελπίδα της θριαμβευτικής έλευσης του Διονύσου, όταν θα γενικευόταν ο
τρόπος ζωής που συνιστούσαν οι Ορφικοί, τον καθιστούσε ένα Μεσσία.

Όταν διαδόθηκε η τόσο μεγάλη πίστη των τελευταίων προχριστιανικών


χρόνων για την ανανέωση του κόσμου και την προσέγγιση του Χρυσού
Αιώνα, παρατηρήθηκε στις Θρησκευτικές κοινότητες του Διονύσου ο
αναβρασμός της αναμονής του Μεσσία. Και η πίστη αυτή έβλεπε την
ιδανική εικόνα του Βάκχου, όπως είχε διαμορφωθεί στους
ελληνιστικούς χρόνους, σαν το αρχέτυπο που θα εμφανιζόταν στις
κρίσιμες περιόδους της ιστορίας και θα κατακτούσε όλη την Ανατολή,
σαν τον Domitor Orientis.

Αυτήν την έκφραση χρησιμοποιεί για το Μεσσία των Εβραίων ο Τάκιτος,


που θεωρεί ότι αυτή η ονομασία αποδεικνύει την ταύτιση του Διονύσου
και του Θεού που λάτρευαν μυστικά οι Εβραίοι. Την ίδια άποψη έχει και
η Μπλαβάτσκυ που ταυτίζει τον Βάκχο -Διόνυσο- Ίακχο με τον Ιεχωβά -
Γιαχ των Εβραίων και τον Ιάω, που είναι το μυστικό όνομα του
Φοινικικού μυστηριακού Θεού, παρμένο από τους Χαλδαίους, στους
οποίους ήταν επίσης το μυστικό όνομα του Δημιουργού.

Η ταύτιση αυτή, αν όντως ισχύει, όπως η ταύτιση του Διόνυσου και του
Όσιρη, δείχνει απλώς την κοινή τους καταγωγή και η πρωταρχική πηγή
βέβαια θα είναι η αρχαιότερη παράδοση. Η αναμονή μιας νέας
εμφάνισης του Θεού των Βακχών δημιουργούσε την ιδέα ότι ο θεός
ενσαρκωμένος σ’ ένα Σωτήρα και Κύριο του Σύμπαντος θα ερχόταν σα
Νέος Διόνυσος, επωνυμία που έλαβαν πολλά πρόσωπα. Σύμφωνα με
μερικούς την έλαβε ο Μέγας Αλέξανδρος. Οι οπαδοί επίσης του
Μιθριδάτη στην Αθήνα τον ανακήρυξαν σα Νέο Διόνυσο και τον τίτλο
αυτόν υιοθέτησε και ο Πτολεμαίος ο 11ος. Ακόμα και ο Αντώνιος τον
διεκδίκησε και ζήτησε τη βοήθεια των Διονυσιακών συλλόγων για την
επέκτασή του στην Ανατολή. Επίσης ο Τραϊανός, ο Ανδριανός και ο
Αντωνίνος που εφήρμοσαν επεκτατική ή ειρηνική πολιτική στην
Ανατολή, τιμόντουσαν με αυτόν τον τίτλο στην Ελληνική Ασία.
Βλέπουμε έτσι τι γόνιμο και πρόσφορο έδαφος υπήρχε εκείνη την
εποχή, για να γίνει τελικά αποδεκτή στην Ελλάδα η έννοια του Μεσσία
που εισήγαγε ο Χριστιανισμός..

ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΟΡΦΙΣΜΟΥ

Ο Ορφισμός είναι μια μονοθεϊστική θρησκεία, όπως αποδεικνύεται


από πλήθος αναφορών και αποσπασμάτων από ορφικές, νεοπλατωνικές
και πυθαγόρειες πηγές:. Όπως π.χ. το Ορφικό απόσπασμα: «Εις Ζευς,
εις Αΐδης, εις Ήλιος, εις Διόνυσος» ή η ρήση του Ιαμβλίχου ότι «Θεός εις
προγενέστερος των όντως όντων... Όστις ακίνητος εν μονότητι της
εαυτού ενότητος μένων» ή ακόμα του μαθητή του Ορφέα Μουσαίου:
«Εξ ενός τα πάντα yίνεσθαι και εις ταυτόν αναλύεσθαι», Ο Φάνης-Διόνυσος
είναι το αρχετυπικό Ένα του νοητικού Κόσμου των Ιδεών, ενώ ο Δίας είναι
το Σύμπαν της φυσικής εκδήλωσης, ο Κόσμος της Ύλης και της Αίσθησης.

Ο Ορφισμός πιστεύει στη διττή φύση του ανθρώπου. Παρόλο που η ψυχή
του έχει μια θεία προέλευση, κλείστηκε εντούτοις μέσα στο σώμα λόγω
του πρωταρχικού εκείνου παραπτώματος των Τιτάνων, το οποίο επέχει
σχεδόν θέση προπατορικού αμαρτήματος, αν και θεωρείται
περισσότερο σα μίασμα της ψυχής παρά σαν αμάρτημά της, κατά την
Χριστιανική έννοια. Ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσει ο άνθρωπος
για να εξαγνιστεί από αυτό το παράπτωμα είναι να προσπαθήσει μέσα
από την άσκηση και την αποχή να ελευθερωθεί από τα δεσμά του
σώματος, του τιτανικού δηλαδή στοιχείου μέσα του, και να εξαγνιστεί με
καθαρμούς από την πρωταρχική εκείνη ενοχή. Ο ψυχικώς αυτός
εξαγνισμός επιτυγχάνεται με το να ακολουθήσει τις εντολές και διατάξεις
της Ορφικής Θρησκείας και να προσπαθήσει να ενωθεί με το θεό σε
έκσταση. Ο δρόμος όμως αυτός είναι μακρύς γιατί η ψυχή διαρκώς
μετενσαρκώνεται και ξανάρχεται πάνω στη γη μετά την προσωρινή
παραμονή της στον Άδη.

Πρέπει έτσι να εκτελέσει ολόκληρο τον κύκλο των «γεννήσεων», τη


μακρά δηλαδή σειρά των μετενσαρκώσεων. Γιατί όπως λέει ο
Εμπεδοκλής «Υπάρχει ένας χρησμός της Ανάγκης, μια παλιά απόφαση
των θεών, να περιπλανώνται οι ψυχές τρεις μυριάδες εποχές μακριά
από τους μακάριους Θεούς, παίρνοντας με τη γέννησή τους στο
πέρασμα τον χρόνου διάφορες μορφές θνητών... από αυτούς είμαι κι
εγώ ένας, εξόριστος των Θεών και περιπλανώμενος» και συνεχίζει
«Μέχρι τώρα έγινα κάποτε αγόρι και κορίτσι και θάμνος και πουλί και
υδρόβιο, άφωνο ψάρι».

Και για τον Πυθαγόρα, που δεχόταν επίσης τη μετενσάρκωση, λένε ότι
όταν κάποτε είδε κάποιον να δέρνει ένα σκυλί, του είπε: «Σταμάτα, μη
το χτυπάς, γιατί είναι ψυχή αγαπητού ανθρώπού, την κατάλαβα
ακούγοντάς τη να μιλά». Το τέλος του κύκλου των γεννήσεων σημαίνει
τον πλήρη εξαγνισμό ψυχής, που επιστρέφει τότε στο Θεό, του οποίου
είμαστε μέρος. Εν τούτοις μπορεί ο άνθρωπος να έχει και στον παρόντα
βίο μια «γεύση» της: Την έκσταση, που είναι η στιγμιαία επαφή με το
Θείον. Η ένωση αυτή μπορεί να γίνει και στη διάρκεια της ζωής και
θεωρείται ο μεγαλύτερος δυνατός βαθμός ευδαιμονίας πάνω στη γη. Η
ευδαιμονία αυτή όμως είναι παροδική, όπως και η κατάσταση της
έκστασης.

Η άσκηση στους Ορφικούς περιελάμβανε την αποχή από το κρέας, τα


αυγά, τα κουκιά και τα μάλλινα ενδύματα και την προσπάθεια γενικά
του μύστη να καθαριστεί από τη μόλυνση που δημιουργεί η επαφή με
το σώμα και να απαλλάξει το θεϊκό στοιχείο της φύσης του από τη
δύναμη του τιτανικού, του σαρκικού και του κτηνώδους. Η προσπάθεια
αυτή επαναλαμβάνεται συνεχώς κατά τις διάφορες μετενσαρκώσεις της
ψυχής του, μέχρις ότου αποβάλει οριστικά το ένδυμα του σώματος,
απαλλαχθεί από τον «κύκλο της ανάγκης», συμμετάσχει στη Θεία
μακαριότητα και ζήσει πια στα Ηλύσια Πεδία, αθάνατος κι ελεύθερος
από τον ανθρώπινο πόνο. Τη μακαριότητα αυτή μπορεί να τη ζήσει ο
άνθρωπος προσωρινά και στη διάρκεια της τωρινής τον ζωής με την
ένωσή του με το θεό, που επιτυγχάνεται με την έκσταση.

Πάντως, ούτε η έκσταση, ούτε η τήρηση των Ορφικών εντολών, ούτε η


μύηση και οι «λύσεις» είχαν τη δύναμη να οδηγήσουν τον πιστό στην
τελειωτική σωτηρία. Η καταγωγή του από τους τιτάνες, των οποίων το
έγκλημα κληρονομεί μετά τη γέννησή του, αποτελεί ένα αξεπέραστο
εμπόδιο για την ανθρώπινη προσπάθεια. Η πεποίθηση για τη σωτηρία
είναι ασθενής και μόνο η ελπίδα «κύκλου τε λήξαι και αναπνεύσαι
κακότητας» παραμένει ισχυρή.

Εδώ υπεισέρχεται μια άλλη ξένη για την Ελληνική σκέψη : η χάρη. Διότι
ό,τι δεν μπορεί να κατορθώσει ο άνθρωπος με τη δική του δύναμη, το
δίνει με τη χάρη του ο Θεός. Με τη χάρη αυτή κατορθώνει την
απαλλαγή του για πάντα από τον Τροχό της Μοίρας, από τον Κύκλο της
Γέννησης και να ενωθεί με το Θεό. Έτσι ο μύστης αποκτά ψυχική
ειρήνη στην επίγεια ζωή του και απαλλάσσεται από την κατάρα των
νέων ενσαρκώσεων. Ο Διόνυσος έτσι γίνεται ένας Θεός λυτρωτής
(Λύσιος). Μεσολαβητής για τη λύτρωση του ανθρώπου μέσω του θεού,
είναι ο Ορφέας, ο «Άναξ» και «Δεσπότης», ο φορέας των
Θείωναποκαλύψεων, που όπως λέγεται ήλθε πάνω στη γη για να
εξαγνίσει τη θρησκεία υπό το χονδροειδή και γήινο ανθρωπομορφισμό
της, να καταργήσει τις ανθρωποθυσίες και να ιδρύσει μια μυστική
Θεολογία που να βασίζεται σε μια καθαρή πνευματικότητα.

Η χάρη όμως αυτή του Θεού δεν κατέρχεται σε όλους τους μύστες.
Ισχύει και εδώ η αρχή «πολλοί μεν οι κλυτοί. ολίγοι δε οι εκλεκτοί». Οι
Θυρσοφόροι είναι πολλοί, αλλά αυτοί. που είναι αφοσιωμένοι. με όλη
την πίστη τους στο Θεό, ελάχιστοι.

Ο Ορφισμός είναι λοιπόν μια απολυτρωτική θρησκεία και μάλιστα η


πρώτη Ελληνική απολυτρωτική Θρησκεία. Η κεντρική ιδέα γύρω από την
οποία περιστρέφεται είναι η απελευθέρωση. Με αυτή συνδέεται
οργανικά η διδασκαλία για το προπατορικό αμάρτημα, για την ασθένεια
του ανθρώπου, για την μετεμψύχωση και για την κόλαση.

Την ιδέα αυτή της ανάλογης με το παράπτωμα ανταπόδοσης, κηρύττει


στο χορό των «Χοηφόρων» και ο γνώστης της Ορφικής διδασκαλίας
ποιητής Αισχύλος. Οι Ορφικοί λοιπόν μεταφέρουν την ιδέα της
ανταπόδοσης που απαιτεί η έννοια του ανθρώπινου δικαίου και στον
Άδη, όπου επικρατεί το Θείο δίκαιο. Δίδασκαν όμως και τη δυνατότητα
απαλλαγής απ’ αυτές τις ανταποδόσεις, στις οποίες ανήκε και η με-
τεμψύχωση. Την πεποίθηση αυτή εκφράζει με τους περίφημους στίχους
του και ο Πίνδαρος: «Όσοι όμως κατόρθωσαν να διατηρήσουν καθαρή και
αναμάρτητη την ψυχή τους σε τρεις διαδοχικές ζωές, ακολουθούν το δρόμο
του Δία προς τον πύργο τον Κρόνου, όπου οι θαλάσσιες αύρες δροσίζουν
αιώνια το νησί των Μακάρων, όπου οι χρυσοί κάλυκες των λουλουδιών λα-
μπρύνουν τις όχθες του και οι έλικές τους στολίζουν το μέτωπο και τους
βραχίονες των Μακάρων, σύμφωνα με τη δίκαιη απόφαση των μεγάλων
κριτών του Άδη»

Υπάρχουν επίσης τα Ηλύσια Πεδία, με το ονομαστό Άλσος της


Περσεφόνης, όπου ζει μετά το Θάνατό του ο Ορφέας ανάμεσα στους
άλλους ήρωες της αρχαιότητας, μαγεύοντας τους νεκρούς με τους
ήχους της λύρας του.

Ο μύστης των Ορφικών μυστηρίων πιστεύει ότι μετά την τελειωτική


κάθαρση της ψυχής του πάνω στη γη, θα επιστρέφει στη θεία του πηγή.
Αυτό το διαπιστώνουμε σε πλήθος χρυσά ενεπίγραφα πινακίδια, που
βρέθηκαν μέσα σε τάφους οπαδών της Ορφικής Θρησκείας. Σ' ένα απ'
αυτά, η ψυχή του πεθαμένου λέει: «Καυχιέμαι ότι κατάγομαι από το
μακάριο γένος σας. Τώρα όμως ξέφυγα από τον κύκλο τον πόνου και
των δεινών». Και η Θεά, βασίλισσα των νεκρών απαντά: «Είσαι
μακάριος και πολυδοξασμένος. Αντί για άνθρωπος θα είσαι Θεός». Και
από την Πολιτεία του Πλάτωνα, κατά την περιγραφή της μακάριας
κατάστασης των μυστών στον Άδη, γίνεται λόγος για «συμπόσιο οσίων»
και για «αιώνια μέθη».

Απ' όλα όσα είπαμε είναι φανερό ότι ο Ορφισμός είναι διαφορετικός από
τη λεγόμενη Ομηρική θρησκεία. Τη διαφορά, ή ακόμα αντίθεση, δείχνει
πρώτ' απ' όλα η σχεδόν «απαισιόδοξη» και διαρχική αντίληψή του για
τη ζωή. Απορρίπτει τη γήινη ζωή, γιατί δεν βλέπει σε αυτή κανένα θε-
τικό περιεχόμενο σε σύγκριση με τη μακάρια, μετά το θάνατο, και την
τελική απελευθέρωση του μύστη.

Η απαισιοδοξία βέβαια αυτή δεν είναι τελείως άγνωστη στους Έλληνες,


αλλά στους Ορφικούς αποκτά μια θεμελιακή σημασία, ανυψώνεται σε
αρχή και έχει έναν μεταφυσικό χαρακτήρα. Αντίθετα, οι απαισιόδοξες
κρίσεις του ανθρώπου στον Όμηρο προέρχονται αποκλειστικά από τις
εμπειρίες της ζωής. Την αντίθεση αυτή δείχνει μετά και η αυστηρά
διαρχική αντίληψη των Ορφικών για τη σχέση ανάμεσα στο σώμα και
την ψυχή. Στη συνήθη ελληνική, κοσμοθεώρηση, η ζωή στο σώμα είναι η
αληθινή ζωή. Ψυχή και σώμα ενωμένα και αδιαχώριστα αποτελούν τον
άνθρωπο. Η ψυχή, χωρίς το σώμα δεν είναι παρά μια αδύναμη σκιά,
που περιπλανιέται στους ζοφερούς τόπους του Άδη. Οι προηγούμενες
Ορφικές απόψεις θα ήταν ακατανόητες για τους ήρωες των Ομηρικών
επών.

Στον Ολυμπισμό η αισιοδοξία και η χαρά για τη ζωή, απέκλειε κάθε


έννοια αμαρτίας ή μιάσεως με το σώμα. Γι’ αυτό και ήταν άγνωστος ο
πόθος του λυτρωμού, που θα ήταν και ασυμβίβαστος προς την
ανθρώπινη αξιοπρέπεια, σύμφωνα με την αντίληψη για τον άνθρωπο
και για τη σχέση τον με το Θεό! Αυτή η θέση όμως περιείχε και έναν
σαφή διαχωρισμό ανθρώπων και Θεών. Η παλιά αντίληψη των Ελλήνων
διέκρινε καθαρά τον άνθρωπο από τον Θεό και είχε συνείδηση της
μεγάλης απόστασης μεταξύ τους. Κάθε ξεπέρασμα των ορίων από τον
πρώτο θεωρείται ύβρις και τιμωρείται από τους Θεούς σαν αλαζονεία.
Αντίθετα, για τους Ορφικούς προέχει η εμπειρία της συγγένειας με
το Θεό και γι' αυτό είναι θεμιτή η ένωση με αυτόν: η μετάληψή του και
η θέωση! Έτσι η Ορφική θρησκεία δεν διαδόθηκε σε πολλούς, αλλά
περιορίστηκε κυρίως στους μεγάλους άνδρες και φιλοσόφους της
αρχαιότητας και σε όσους είχαν από τη φύση τους ασκητικές τάσεις.

Ο Ορφισμός είναι επίσης μια μυστηριακή Θρησκεία, όπως της


Δήμητρας και της Περσεφόνης, με την οποία έχει κοινή την πίστη προς
την άλλη ζωή και με την οποία άλλωστε συνδέθηκε. Γέφυρα ανάμεσα
στη διδασκαλία των Ορφικών για την μετεμψύχωση και την παλιά
ελληνική λατρεία των ηρώων, αποτελούν οι παρακάτω στίχοι του
Πινδάρου: Όμως εκείνοι, των οποίων η Περσεφόνη δέχεται τη μετάνοια,
αυτών την ψυχή στέλνει το ένατο έτος πίσω στον ήλιο τον πάνω κόσμού.
Εκεί γίνονται σεβαστοί, ηγεμόνες, άνδρες ισχυροί και μεγάλοι σοφοί και 10
μέλλον τους λατρεύει σαν ήρωες».

Ελάχιστα πάντως γνωρίζουμε για τα Ορφικά Μυστήρια και για τις


τελετές εξαγνισμού και μύησης που συνέβαιναν σε αυτά. Είναι όμως
σίγουρο ότι η μύηση, παραδίνοντας τον μύστη στο Θάνατο, τον έκανε να
ξαναγεννηθεί και αφυπνιστεί σε μια νέα, πληρέστερη και τελειότερη
ζωή. Στη διάρκεια των Μυστηρίων ο μύστης μεταλάμβανε «άρτου και
οίνου», που αντιπροσώπευαν αντίστοιχα τη Δήμητρα και το Βάκχο!
Ο Ιεροφάντης μυητής παρουσίαζε συμβολικά πριν την τελική
αποκάλυψη, κρασί και ψωμί στον υποψήφιο, που έπρεπε να το φάει και
να το πιει, σα σύμβολο ότι το πνεύμα επρόκειτο να αναζωογονήσει την
ύλη, δηλαδή ότι επρόκειτο να εισέλθει μέσα του η Θεία σοφία, μέσω
αυτού που επρόκειτο να του αποκαλυφθεί.

Απ’ όλα τα παραπάνω είναι σαφής η μεγάλη, αν και όχι αξιοπερίεργη,


ομοιότητα της Ορφικής θρησκείας με το Χριστιανισμό και τα χιλιάδες
δάνεια που έχει πάρει ο δεύτερος από την πρώτη. Τι να
πρωτοαναφέρουμε; Την ιδέα του προπατορικού αμαρτήματος, την ιδέα
του Θεού λυτρωτή, που από Διόνυσος γίνεται στο Χριστιανισμό Ιησούς
Χριστός («εγώ ειμί η άμπελος, η αλήθεια και η ζωή»). Την ιδέα της
θείας μετάληψης με άρτο (Δήμητρα) και οίνο (Διόνυσο) που γίνεται στο
Χριστιανισμό το «σώμα και αίμα του Χριστού»; Την έννοια της «θείας
χάρης»; Την ιδέα του Άδη και της κόλασης (τιμωρίας) ανάλογα με το
παράπτωμα του καθενός και τόσα άλλα.

Το Καθολικό Έλεος
Έτσι ήταν πολύ φυσικό να τους γεννηθεί μια συμπάθεια και μια
ουσιαστική ταύτιση με όλα τα είδη της ζωής και της φύσης, έτσι που να
βιώνουν μια ολιστική αντίληψη και μια ευθεία συμμετοχή τους στο
παγκόσμιο πνεύμα. Αυτή ακριβώς η διάσταση που υπερβαίνει την
αντίληψη Έλλην και βάρβαρος, άνθρωπος και ζώο, υποκείμενο και
αντικείμενο, είναι εκείνη που κάνει την Ορφική ιδέα υπερβατική και
μοναδική.

Τέλος επισημαίνουμε επίσης τις μεγάλες μεταφυσικές ομοιότητες του


Ορφισμού με το Βουδισμό - άγνοια, μη βία, κάρμα, μετενσάρκωση,
απελευθέρωση και επιστροφή στην πρωταρχική κατάσταση. Σημαντική
είναι επίσης η ομοιότητά τους στην μεταθανάτια πορεία και οι οδηγίες
που δίνονται στη ζωή στον μυημένο πώς να αντιμετωπίσει την
μεταθανάτια κατάσταση και να απελευθερωθεί απ’ αυτήν. Οι οδηγίες
αυτές των χρυσών πινακίδων που βρέθηκαν σε τάφους μυημένων
Ορφικών μοιάζουν έτσι πολύ με την Θιβετανική Βίβλο των Νεκρών.

ΟΡΦΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ

Γης παις ειμί και ουρανού αστερόεντος, αυτάρ εμοί γένος ουράνιον…
Θεός εγένου εξ ανθρώπου. Έριφος ες γάλα έπετες…
Χαίρε, χαίρε, δεξιά οδοιπορών
Λειμώνας τε ιερούς και άλσεα Φερσεφώνειας.
νυν έθανες και νυν εγένου, τρισόλβιε, άματι τώδε.

Οι τελετές των Ορφικών λάμβαναν μέρος την νύκτα. Η ουσία των


Μυστηρίων είναι η μετάβαση από το σκότος στο φως με διάφορους
αλληγορικούς και συμβολικούς τρόπους.Στο άδυτο του ναού ο
Ιεροφάντης άναβε την τελετουργική Πυρά από μία συνεχώς καίουσα
Ιερά Πηγή και εμφανιζόταν μπροστά στους μυημένους. Οι ναοί των
Ορφικών είτε ήταν κτιστοί, είτε απλά σπήλαια.

Τα ορφικά μυστήρια πολύ πιθανόν να αναφέρονται στην προετοιμασία


του Ορφέα για την κάθοδό του στον Κάτω Κόσμο (στον Άδη, το
"βασίλειο των ψυχών"), απ' όπου προσπάθησε να φέρει την Ευριδίκη
πίσω στον κόσμο των ζωντανών. Και κατ' επέκταση, στην
προετοιμασία των ψυχών για την κάθοδό τους στον Άδη, στον
"καθαρμό" τους, στην επικοινωνία -ίσως- των ζωντανών με τις ψυχές
των νεκρών, κ.α. Άλλοι, απλά υποστηρίζουν ότι ο Ορφισμός ήταν μια
μυστικιστική θρησκεία ή λατρεία, σχετική με τη λατρεία του Ορφέα.

Ας μιλήσουμε όμως πρώτα γενικά για όλα τα Αρχαία Μυστήρια. Αυτά


περιελάμβαναν τρία βασικά στάδια: την Κάθαρση, τη Μύηση και
την Εποπτεία. Η κάθαρση περιελάμβανε καθαρτήριες τελετές για
τον εξαγνισμό όλων των παρευρισκομένων (Δημόσια κάθαρση) και
ειδικότερα των υποψηφίων μυστών που είχαν γίνει τελικά δεκτοί για
μύηση (εσωτερική κάθαρση). Στην τελετή της Μύησης που
ακολουθούσε ο νεόφυτος ταυτιζόμενος με τον προστάτη θεό βίωνε
ενεργητικά τα πάθη του περνώντας μέσα από μια ιδιαίτερα σκληρή
και τρομακτική δοκιμασία που κατέληγε στο συμβολικό και
ψυχολογικό θάνατό του και στη μετέπειτα ανάστασή του. Η όλη
διαδικασία ονομαζόταν συνήθως Διάβαση και είχε σα σκοπό το
ξεπέρασμα του φόβου του θανάτου. Ο Πλούταρχος μας επιβεβαιώνει
ότι τη στιγμή του θανάτου η ψυχή δοκιμάζει μια αναλογη εμπειρία με
αυτή που ζουν οι μύστες κατά τις δοκιμασίες της μύησης. Αυτός
άλλωστε είναι και ο σκοπός της μύησης. Να χαράξει ανεξίτηλα στο
νου και τη ψυχή του νεόφυτου αυτή την εμπειρία, ώστε να μπορέσει
να τη θυμηθεί, όταν τη ξαναζήσει, πραγματικά πια, στο θάνατό του.
Να μη φοβηθεί τα όσα θα συναντήσει τότε εκεί, αλλά να γνωρίζει ότι
μετά τις περιπλανήσεις του και τις τρομακτικές εμπειρίες του, τις
οποίες έχει άλλωστε ξαναζήσει κατά τη μύησή του, θα έρθει σίγουρα
η ανάστασή του, η επαναγέννησή του. Στο τρίτο στάδιο της
Εποπτείας ο νεόφυτος στοχαζόταν και εμβάθυνε πάνω στα Δρώμενα
και σε όλα όσα του είχαν αποκαλυφθεί στη Μύηση, γενόμενος έτσι
ένας Επόπτης των Μυστηρίων. Ακολουθούσε η Ενθρόνιση, ο
στολισμός και η αφιέρωση του και το δικαίωμά του πια να μπορεί να
μυεί ο ίδιος σαν ιεροφάντης άλλους στα Μυστήρια ή να έχει κάποιο
άλλο ιερατικό αξίωμα σε αντίστοιχες τελετές. Τέλος στην Εξαρχία ο
μύστης ενωνόταν ουσιαστικά και βιωματικά με την εξάρχουσα
θεότητα.

Στα Ελευσίνια Μυστήρια το “θείο δράμα” περιλαμβάνει τις


περιπλανήσεις της θεάς Δήμητρας σε αναζήτηση της κόρης της
Περσεφόνης, ή απλώς Κόρης, που άρπαξε ο θεός του Άδη
Πλούτωνας και την έκανε με τη βία γυναίκα του και βασίλισσα του
Κάτω Κόσμου

Παρόλο που το Μυστήριο της Επαναγέννησης διδασκόταν και στα


Ελευσίνια Μυστήρια, μόνο τα Ορφικά Μυστήρια έδιναν στον
άνθρωπο τη δυνατότητα να ξεφύγει τελείως από το κύκλο των
διαδοχικών γεννήσεων και θανάτων και να θεωθεί.
Όπως είπαμε, σύμφωνα με τις Ορφικές διδασκαλίες ο άνθρωπος έχει
μια διφυή φύση. Αποτελείται από ένα θεϊκό και αθάνατο, Διονυσιακό
στοιχείο μέσα του, και από ένα γήινο, Τιτανικό και θνητό.

Στη διάρκεια της Μύησης αναπαριστάνετο όλο το θεϊκο δράμα του


φόνου και της ανάστασης του θεού, με το μυούμενο να ταυτίζεται
μυστικιστικά με το Διόνυσο. Στη διάρκεια της “ωμοφαγίας” οι
νεόφυτοι έπιναν ένα κατακόκκινο κρασί και έτρωγαν ένα είδος
γλυκίσματος-άρτου, όπως και στη Χριστιανική Θεία Ευχαριστία. Αυτό
δείχνει ότι η τελευταία θα πρέπει να είναι μάλλον ένα δάνειον από τη
τελετή της μετάληψης των μυστών στα Ορφικά Μυστήρια. Μετά τη
Θεία Μετάληψη, ο υποψήφιος μύστης έπρεπε να βγεί σημειολογικά
από τον Τροχό της Ανάγκης, το φαύλο κύκλο των διαδοχικών
ενσαρκώσεων. Έθραυε προς το σκοπό αυτό συμβολικά και σκηνικά
με το θύρσο του ένα βαρύ τροχό που έφραζε το δρόμο του στο τέλος
της πορείας του και υπερβαίνοντάς τον έφτανε στην έξοδο, στην
αθανασία και στη θέωση.

Στο τρίτο στάδιο της Εποπτείας, ο νεόφυτος σα νεαρός Διόνυσος,


στεφανωμένος με κληματίδες και σανδάλια και με το θύρσο στο χέρι,
εισερχόταν μόνος του στην “Αίθουσα του Θρόνου”, όπου καθόταν η
Περσεφόνη και στον όποίο μια μεγάλη επιγραφή προειδοποιούσε ότι
επιτρεπόταν η είσοδος μόνο στους μυημένους. Μπαίνοντας στο ιερό
συναντούσε το Μεγάλο Κούρο, το φρουρό του χώρου, που τον
ρωτούσε ποιος είναι και από πού έρχεται, στο οποίο έπρεπε να
απαντήσει ως εξής: “Είμαι παιδί της γης και του έναστρου ουρανού.
Η πραγματική όμως, πρωταρχική μου φύση είναι ουράνια. Και
βεβαιώνων ότι εξέτισα όλες τις ποινές για τις άδικες πράξεις των
ανθρώπων που οφείλονται στη τιτανική φύση τους. Τους συμπόνεσα
όλους αδιάκριτα και χωρίς καμιά προσδοκία και εγωισμό, τους
συμπαραστάθηκα όσο μπόρεσα. Και βγήκα έξω από το βαρύ και
θλιβερό τροχό της δυστυχίας, καθώς τον έσπασα με αυτόν εδώ το
θύρσο μου και με γοργό βήμα φτάνω εδώ μπροστά στο άντρο της
Μητέρας μου θεάς, ποθώντας να λάβω κι εγώ το στέφανο της νίκης
από τα ίδια της τα χέρια”.

Μετά την επιτυχή αυτή αναγνώριση, ο Μεγάλος Κούρος του


επιτρέπει την είσοδο και ο Διόνυσος αναγνωρίζεται σε μια
συγκινητική σκνηνή από τη Μητέρα του Περσεφόνη, η οποία θυμίζει
έντονα την ανάλογη τελική συνάντηση και αναγνώριση της θεάς
Δήμητρας με τη Κόρη της. Ακολουθεί η αναπαράσταση της άμωμης
σύλληψης και επαναγέννησης του νεόφυτου μέσα από το κόλπο της
θείας Μητέρας του, η οποία τον είχε βάλλει προηγουμένως
συμβολικά κάτω από το χιτώνα της. Τελικά ο μύστης αναγεννάται
σαν ο Χθόνιος Διόνυσος, ένας ώριμος πια γενειοφόρος άνδρας, και
είναι ο τρεις φορές γεννημένος. Ακολουθει η στέψη του με το
στεφάνη της νίκης φτιαγμένο από κισσό και κάθεται πια σαν επόπτης
σε ένα θρόνο δίπλα στη θεά μητέρα του. Τελικά ο Ιεροφάντης ζώνει
στη μέση του μια πορφυρή ταινία και τον ανακηρύσσει “Επόπτη των
Μυστηρίων”. Η τελετή τελειώνει με το Μακαρισμό, όπου
εκθειάζονται από όλους τα Ορφικά Μυστήρια και ο νέος μύστης
γίνεται .ισότιμα αποδεκτός από τα υπόλοιπα μέλη, επευφημούμενος
από αυτά..

Στο τέλος ο προεστός της Ορφικής Κοινότητας του παραδίδει μια


χρυσή πινακίδα που περιγράφει τη μεταθανάτια πορεία του. Τη
πινακίδα αυτή θα πρέπει να τη φέρει στο εξής πάνω του και να μην
ανακοινώσει ποτέ σε κανένα άλλο το περιεχόμενό της, εκτός από
τους μυημένους. Πρέπει να αποστηθίσει τις οδηγίες της για να τις
ξαναθυμηθεί στο θάνατό του τη κρίσιμη στιγμή της απελευθέρωσής
του. Πρέπει να πιει τότε μόνο από τη Πηγή της Μνημοσύνης και να
αποφύγει εντελώς τη Πηγή της Λήθης. Ο προεστός τον διαβεβαιώνει
ότι θα του εξηγήσει πολύ σύντομα με κάθε λεπτομέρεια το
περιεχόμενο της πινακίδας και του αναφέρει τελικά τους κανόνες
που πρέπει να ακολουθεί στο εξής στη ζωή του σε σχέση με τη
διατροφή του, την ένδυσή του κ.ο.κ..

Σύμφωνα με το περιεχόμενο των χρυσών πιανκίδων που έχουν


βρεθεί στους τάφους μυημένων, ο μύστης θα πρέπει να διατηρήσει
στο θάνατό του την εγρήγορσή του και στο τοπίο που θα εμφανιστεί
μπροστά του να βαδίζει πάντα δεξιά. Εκεί στο δρόμο του, ενώ
προχωρεί, θα συναντήσει στ’ αριστερά του τη Πηγή της Λήθης, από
την οποία θα πρέπει να αποφύγει με κάθε τρόπο να πιει νερό, όσο
και να καίγεται ή να τελαίνεται από τη δίψα. Μπορεί να αναγνωρίσει
αυτή τη Πηγή της Λήθης από ένα παράξενο, αφύσικο σημάδι που θα
δεί δίπλα της: ένα λευκό κυπαρίσσι. Να ξέρει ότι αν τυχόν ενδώσει
στη δίψα του και πιει απ’ αυτό το νερό, θα πεθάνει κανονικά και δε
θα γνωρίσει έτσι την απελευθέρωση. Πρέπει να αψηφήσει τη μεγάλη
δίψα του και να συνεχίσει το δρόμο του μέχρι να συναντήσει στα
δεξιά του μια άλλη πηγή με τρεχούμενο γάργαρο νερό που είναι η
Πηγή της Μνημοσύνης. Ένα σίγουρο σημάδι αναγνωρίσεως γι’ αυτήν
είναι ένα κανονικό, πράσινο κυπαρίσσι δίπλα της. Θα πρέπει να πιει
τελικά από αυτό μόνο το νερό για να ξεδιψάσει. Τη Πηγή όμως αυτή
της Μνημοσύνης τη φρουρούν αυστηροί φύλακες, τους οποίους θα
πρέπει να πλησιάσει σεμνά, αλλά αποφασιστικά και να τους πει:

Είμαι παιδί της γης και του έναστρου Ουρανού. Γεννήθηκα διφυής,
αλλά το πραγματικό μου γένος είναι το ουράνιο. Αυτό το ξέρετε κι
εσείς…Σας βεβαιώνω ότι κατάγομαι από τη δική σας ευλογημένη
φυλή. Και απότισα όλες τις οφειλές μου για τις άδικες πράξεις της
Τιτανικής φύσης μου…Και πέταξα έξω από το βαρύ και θλιβερό τροχό
της δυστυχίας κι έφτασα με γρήγορο βήμα εκεί όπου έλαβα το
ποθητό στεφάνη της νίκης. Και στις αντιστοιχες τελετές βυθίστηκα
στο κόλπο της Χθόνιας βασίλισσας που αναγεννημένο με έσφιξε
στοργικά στην αγκαλιά της. Και τράφηκα από το στήθος της. Και
τώρα έρχομαι αγνός ικέτης της πάναγνης και ιερής
Περσεφόνης…Αλλά διψάω πολύ και χάνομαι. Καίγομαι και θέλω να
δροσιστώ.

Οι φύλακες θα τον αφήσουν τότε πρόθυμα να πιει από τη θεία πηγή


και πίνοντας αυτός θα ανακουφιστεί και θα διατηρήσει τη μνήμη των
πάντων, με άλλα λόγια τη συνέχεια της συνείδησής του, την
αθανασία. Πέθανε έτσι και την ίδια μέρα αναστήθηκε κι έγινε από
άνθρωπος θεός, αυτός ο τρισόλβιος, ο τρισευτυχισμένος των
ανθρώπων….

Στις εντολές έτσι περιέχονταν τελετές που επέβαλαν καθάρσεις και


μεταλήψεις (υπήρχε μια κύρια τελετή μετάληψης στους Ορφικούς, η
οποία αποτελούσε εξέλιξη παλαιών τελετών όπου οι πιστοί, αλληγορικά
φυσικά και ανάλογα με το βαθμό του πολιτισμού των μετεχόντων,
πραγματοποιούσαν αυτή τη «μαγική» διαδικασία που είχε σα σκοπό την
αφομοίωση των ιδιοτήτων του ίδιου του Θεού με κάποιον ορατό,
φυσικό ή συμβολικό τρόπο. Οι Κρήτες λ.χ. έτρωγαν ω μ ό κρέας ταύρου
(Ευριπίδης: Κρήτες διασωθέν απόσπασμα 1 1 1 2 ) . Στις τελετές αυτές,
στις οποίες έψελναν ύμνο, γινόταν αναπαράσταση των παθών του
Διονύσου.

Δημιουργώντας τα Μυστήρια ο Ορφέας ένωσε τη θρησκεία του Δία με


εκείνη του Διονύσου. Οι μυημένοι έπαιρναν από τις διδασκαλίες του τις
μεγάλες αλήθειες που το θαυματουργό τους Φως έφτανε μέχρι το λαό
με την μορφή ενός πέπλου προσιτού και ανακατεμένου με την ποίηση
και τις δημόσιες τελετές. Μεγάλος Ιερέας του Δία και εξέχων Μύστης
της Θράκης, ο Ορφέας έγινε για τους μυημένους ο μεγάλος
Αποκαλυπτής του Ουρανίου Διονύσου.

Foibos

You might also like